Συχνά οι γονείς προβάλλουν τα δικά τους συναισθήματα πάνω στα παιδιά τους. Τα παιδιά σε κάποιες περιπτώσεις χρειάζεται να κατανοήσουν και να διαχειριστούν ακόμα και το φθόνο που μπορεί να προέρχεται από γονείς ή άλλα οικογενειακά πρόσωπα και να δουλέψουν πάνω σε εσωτερικευμένα αρνητικά μηνύματα. Πιο αναλυτικά:
Η προβολή (με απλά λόγια) είναι μια διαδικασία κατά την οποία κάποιος πιστεύει ότι τα δικά του συναισθήματα προέρχονται από κάποιον άλλον πιστεύοντας πως το άλλο πρόσωπο αποτέλεσε την πηγή αυτών των συναισθημάτων. Οι άνθρωποι το κάνουμε αυτό όταν δεν αντιμετωπίζουμε τον ίδιο μας τον πόνο και τις δικές μας εσωτερικές συγκρούσεις και κατηγορούμε τους άλλους για τον δικό μας πόνο. Τα παιδιά πιο συγκεκριμένα μπορεί να γίνουν αποδιοπομπαίοι τράγοι των προβολών των γονέων τους, συμπεριλαμβανομένου και ενός εύθραυστου εγώ ή μίας απέχθειας για τον εαυτό (που έχει κατά βάθος ο γονέας για τον εαυτό του). Το παιδί δεν κατανοεί αυτή την απέχθεια και την εσωτερικεύει με αποτέλεσμα να νιώθει πως το ίδιο δεν είναι αρκετά καλό. Αυτό συχνά ξεκινάει από πολύ μικρή ηλικία και το αισθάνεται κανείς ως κάτι φυσιολογικό και πραγματικό.
Επίσης, όταν υπάρχει φθόνος προς τα παιδιά, αυτά μπορεί να το αισθάνονται. Μπορεί ο φθόνος να εκφράζεται μέσα από περιφρόνηση και επικρίσεις. Για παράδειγμα μια μητέρα θα μπορούσε να ζηλεύει την κόρη της ως προς την εμφάνιση, τα επιτεύγματα, το σωματικό βάρος, την προσωπικότητα, τους φίλους της και την σχέση της με τον πατέρα ή τα αδέρφια της, έτσι ώστε η ίδια να καταλήγει να νιώθει πως δεν έχει η ίδια καμία αξία. Δεν μπορεί να βγάλει νόημα για το πως μπορεί ο γονιός να έχει για το παιδί του τόσο κακά αισθήματα και ως εκ τούτου το παιδί πιστεύει πως κάτι πάει στραβά με το ίδιο. Συνήθως δυσκολεύεται πολύ να αποδεχτεί ότι τον/την φθονούν και δυσκολεύεται εξίσου να συζητήσει ανοιχτά κάτι τέτοιο. Αυτό μπορεί να συμβαίνει επειδή δεν θέλει να φανεί αλαζονικός/ή σκεπτόμενος/η πως κάποιος θα μπορούσε να την φθονήσει.
Ο φθόνος επιτρέπει απλώς στον ανασφαλή γονέα να αισθανθεί πρόσκαιρα καλύτερα με τον εαυτό του. Μέσω του φθόνου και της επίκρισης μειώνει ή ακυρώνει την παρουσία του παιδιού στην ζωή του/της και έτσι ελαχιστοποιεί την απειλή προς την εύθραυστη αυτοεκτίμηση του/της. Αν είναι αυτή η εμπειρία σας, δεν βοηθάει να ανταποδίδει κανείς την άσχημη συμπεριφορά και το φθόνο που εξαπολύεται κατά πάνω σας. Δεν ανήκει σε σας και δε χρειάζεται να ταυτιστείτε με αυτόν.
Όσο για τα αρνητικά μηνύματα των παιδικών χρονών συνήθως προέρχονται από κάποιο οικογενειακό πρόσωπο που δεν μπόρεσε να εκφράσει στοργή, ούτε να συναισθανθεί ή να δημιουργήσει μαζί σας ένα ουσιαστικό συναισθηματικό δεσμό που πρόβαλε πάνω σας τα δικά του συναισθήματα καθώς δεν ήταν επαφή μαζί τους, ενδεχομένως εκφράζοντας φθόνο. Δεν θα έπρεπε να επιτρέπετε σε ένα τέτοιο πρόσωπο να προσδιορίζει το ποιος είστε εσείς. Το EMDR βοηθάει αν αντιμετωπίζετε δυσκολία στο να απαλλαγείτε από αυτά τα μηνύματα που μπορεί να έχετε εσωτερικεύσει φέρνοντας στην θεραπεία τα συγκεκριμένα αρνητικά μηνύματα. Ο θεραπευτής πιθανώς να ζητήσει να συνδέσετε κάθε μήνυμα με μία τραυματική ανάμνηση και να γίνει επανεπεξεργασία αυτών των αναμνήσεων.
Ο James Masterson (1990) στο βιβλίο του «H αναζήτηση του αληθινού εαυτού» περιγράφει τις ικανότητες-κλειδιά του αληθινού εαυτού. Αυτές είναι: η ικανότητα να βιώνει κάνεις ένα ευρύ φάσμα συναισθημάτων σε βάθος με ζωντάνια, χαρά, ενθουσιασμό και αυθορμητισμό. Ικανότητα να έχει κανείς κατάλληλη αίσθηση του τι δικαιούται και την ικανότητα να το διεκδικήσει. Η αυτοεκτίμηση, η ικανότητα να καταπραΰνει τα συναισθήματά του, η ικανότητα να δεσμεύετε, να εκφράσει δημιουργικότητα, οικειότητα, η ικανότητα να είναι κανείς μόνος και να το απολαμβάνει την σχέση με τον εαυτό του και μία συνοχή εαυτού. Αυτοί οι στόχοι γίνεται να επιτευχθούν, με τη βοήθεια της θεραπείας.
Βιβλιογραφία
MacBride, Κ. (2009). Will I ever be good enough? Healing the daughters of narcissistic mothers. Free Press
Masterson, F. James (1990). The search for the real self: Unmasking the personality disorders of our age. Free Press