Ποιος Μπορεί να Μένει σε Χρόνια Δυσλειτουργική ή Κακοποιητική Σχέση
Το να μην είναι κάποιος σε υγιής σχέση δε σχετίζεται καθόλου με το μορφωτικό επίπεδο ή τη νοημοσύνης ή την οικονομική κατάσταση. Είναι πολλοί άνθρωποι που νιώθουν ενοχές απέναντι στον εαυτό τους και τους γύρω τους για το ότι μπορεί να έκαναν μία λάθος επιλογή. Όπως μπορεί να υπάρχουν πολλοί που κρίνουν χωρίς να συνειδητοποιούν ότι βρίσκονται και οι ίδιοι σε δυσλειτουργική σχέση ή φοβούνται να μπουν σε σχέση. Πολύ συχνά αυτό που κρίνουμε περισσότερο είναι αυτό που έχουμε άρνηση να δούμε για τον εαυτό μας. Στην πραγματικότητα και ειδικά όσο πιο μικρός σε ηλικία είναι κανείς είναι αρκετά δύσκολο να ξέρει εκ τον προτέρων αν ταιριάζει πραγματικά με τον άλλο και για πάρα πολύ κόσμο είναι πολύ δύσκολο να φύγει από την σχέση για διάφορους λόγους, ανάλογα και με το προσωπικό και οικογενειακό ιστορικό.
Υπάρχουν μερικά σημάδια που δείχνουν ότι μεγάλωσε κανείς σε δυσλειτουργική οικογένεια, που είναι ένας παράγοντας ενδεχομένως σημαντικός αλλά όχι καθοριστικός στην επιλογή λάθος συντρόφου. Ένα από αυτά μπορεί να είναι η ανάγκη να ευχαριστεί τους άλλους (δυσκολία να μπουν όρια), μία τάση να βρίσκει ανθρώπους «δύσκολους» που μπορεί να θυμίζουν έναν ή και δύο από τους γονείς (που ενδεχομένως ήταν δύσκολος). Επίσης μπορεί στην πατρική οικογένεια να υπήρχαν πολλές συγκρούσεις ή καμία σύγκρουση (επίσης δεν θεωρείται υγιές). Ένα ακόμα χαρακτηριστικό γνώρισμά μπορεί να είναι η τελειομανία, όπου σαν παιδί μπορεί να ένιωθε ότι ποτέ δεν είναι αρκετά καλός/ή. Έτσι μπορεί να είναι υπερβολικά αυστηρός με τον εαυτό του άρα προσπαθεί να αλλάξει τον εαυτό του αντί να φύγει από μία κακοποιητική σχέση.
Μπορεί να έχει μία τάση να εξιδανικεύει τον/την σύντροφο και την σχέση. Στην σχέση και γενικότερα να είναι άνθρωπος που φοβάται ή αποφεύγει να τσακωθεί, να πει τι τον/την ενοχλεί, όπως προαναφέρθηκε. Η διάθεση του άλλου να επηρεάζει παραπάνω τι νιώθει. Να υπάρχει δυσκολία να πάρει αποφάσεις μόνη/ος. Ενδεχομένως, φοβάται να μείνει μόνη/ος, το κενό, σε κάποιες περιπτώσεις να πρέπει να μιλάει συνέχεια μαζί της/του. Σαν να βρίσκει νόημα μόνο από την σχέση και τίποτα άλλο: για να έχει σιγουριά και αυτοπεποίθηση πρέπει να είναι σε μια σχέση. Φοβάται την απόρριψη ενώ υπάρχει διαρκής ανάγκη για επιβεβαίωση από τον άλλο. Διαρκώς νιώθει ότι δίνει μόνο στον άλλον και είτε το εκφράζει («δες τι κάνω εγώ για σένα») είτε όχι γλιστράει σε ρόλο θύματος στην σχέση.
Γιατί Κάποιος Μπορεί να Μένει σε Δυσλειτουργική ή Κακοποιητική Σχέση
Ενδεχομένως, υπάρχει άρνηση σχετικά με ότι συμβαίνει. Μπορεί να υπάρχει κοινωνικό στερεότυπο ότι θα έπρεπε να είναι κανείς με κάποιον, σε σχέση (με βάση τα οικογενειακά και κοινωνικά στερεότυπα). Επίσης μπορεί να μην νιώθει αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να δοκιμάσει καινούργια πράγματα. Μπορεί να φοβάται να διαχειριστεί την αλλαγή. Ενδοβάλει (πιστεύει) τις κατηγορίες και χαρακτηρισμούς του συντρόφου. Φοβάται ότι δε θα ξαναβρεί τέτοια σχέση όπως αυτή που έχει. Παρόλο που η σχέση είναι «τοξική», αυτή η σχέση πράγματι έχει κάποια δέσμευση, μία από κοινού δέσμευση στην κακοποίηση.
Επίσης αφαιρείται το βάρος της ευθύνης για παράδειγμα αποφάσεων αλλά και των συναισθημάτων, της ζωής του/της. Μη παίρνοντας ρίσκα μπορεί να νιώθει περισσότερη ασφάλεια, ενώ μπορεί να παίρνει και επιβράβευση ή κάποια αναγνώριση «γίνεσαι θυσία για όλους», ως το άτομο που προσφέρει απλόχερα, κατανοεί. Ενισχύεται άρα από τους γύρω για αυτή την στάση. Φυσικά, μη βάζοντας όρια και μη φέρνοντας αντιρρήσεις ειλικρινά θεωρεί ότι υπηρετεί την γαλήνη με την αποφυγή των καυγάδων, για το καλό των παιδιών, της οικογένειας. Αυτό που δε σκέφτεται ο γονιός σε αυτή την περίπτωση είναι ότι το ζεύγος αποτελεί πρότυπο σχέσεων για το παιδί του. Δίνει το παράδειγμα ότι είναι εντάξει να δέχεσαι υποτίμηση ή/και βία ή είναι εντάξει να υποτιμάς, να ασκείς βία στους άλλους. Κατά συνέπεια ο κύκλος της βίας διαιωνίζεται. Μπορεί επίσης η βία (συναισθηματική, λεκτική ή σωματική) που δέχεται ο ένας γονιός (ή και οι δύο όταν είναι αμοιβαία), να διοχετεύεται και στο παιδί. Το παιδί επιπλέον μπορεί να επιφορτιστεί με ενοχές λόγω της (φυσιολογικής) αδυναμίας του να προστατέψει τον γονιό του, παρόλο που δεν είναι σε καμία περίπτωση αυτός ο ρόλος ή η ευθύνη αυτή δικιά του (Glass, 1992).
Φροντίζοντας τον άλλο για παράδειγμα με τα θέματα του θυμού του ή του εθισμού του κλπ. είναι ένας τρόπος να αποφύγει κάποιος αισθήματα που προκαλούν έντονο συναισθηματικό πόνο. Μπορεί να έχει μία βαθιά ριζωμένη επιθυμία να τον/την έχουν ανάγκη, και αποδέχονται οι άλλοι (Mayra Mendez, Providence Saint John’s Child and Family Development Center in Santa Monica, California). Δυστυχώς σε αυτή την σχέση έστω και με αρνητικό τρόπο ο/η σύντροφος μπορεί να παίρνει την προσοχή που αναζητούσε. Υπάρχουν κενά που καλύπτονται με αυτό τον τρόπο όπως ένας εθισμένος θα κάλυπτε το κενό που βιώνει με κάποια ουσία ή δραστηριότητα (τζόγος κλπ.). Και συνήθως δεν υπάρχει το υποστηρικτικό πλαίσιο που θα χρειαζόταν να υπάρχει ώστε να μπορέσει να ξεφύγει από τέτοιους τύπου σχέσεις που εγκλωβίζουν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Bowlby, J. (1988). A Secure Base: Parent-Child Attachment and Healthy Human Development. London: Routledge.
- Glass, Lillian (1992). He Says She Says, Closing the Communication Gap Between The Sexes. Putnam Publishing Group.
Photo by Sydney Sims