Η Mary Main (καθηγήτρια του Berkeley Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, η οποία είναι γνωστή για την δουλειά της όσον αφορά την προσκόλληση και τον δεσμό γονέα-παιδιού), και οι συνεργάτες της, υποστηρίζουν την θεώρηση ότι κάποια στοιχεία από την παιδική ηλικία των γονιών παίζουν καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση της συμπεριφοράς τους απέναντι στα δικά τους παιδιά. Δημιούργησαν ένα ερευνητικό εργαλείο το οποίο ονόμασαν «Συνέντευξη Ενηλίκων για τον Συναισθηματικό Δεσμό». Αυτές οι αφηγήσεις των ενηλίκων και ο τρόπος με τον οποίο ερμήνευαν τα πρώιμα βιώματα της δικής τους ζωής, αποτελούσαν δείκτη για την πρόβλεψη του βαθμού ασφάλειας που θα χαρακτηρίζει το συναισθηματικό δεσμό του παιδιού τους. Τον τρόπο δηλαδή που συνδέεται το παιδί τους μαζί τους και οι ίδιοι οι γονείς με αυτό. Αυτό τον τρόπο σύνδεσης που διαμορφώνεται καταρχάς με τους σημαντικούς άλλους (γονείς ή κηδεμόνες) οι άνθρωποι θεωρείται ότι αναπαράγουν και στην ενήλικη ζωή με τους άλλους όπως και με τα παιδιά τους.
Μακροχρόνιες μελέτες δείχνουν ότι οι απαντήσεις των ενηλίκων μαρτυρούν τις δικές τους ανάλογες κατηγορίες συναισθηματικού δεσμού, που παγιώθηκαν χρόνια πριν, όταν οι ίδιοι βρίσκονταν στην πρώιμη παιδική ηλικία. Ένα παιδί που συνδέονταν με ασφάλεια θα νιώθει ασφαλής και ως ενήλικος. Ένα παιδί που ήταν απόμακρα συνδεδεμένο θα είναι συχνά απορριπτικός ως ενήλικος. Ένα παιδί που ήταν αμφιθυμικά συνδεδεμένο θα είναι ανήσυχο ή μπερδεμένος ως ενήλικος. Ένα παιδί που ήταν αποδιοργανωμένα συνδεδεμένο θα είναι αποδιοργανωμένος (συχνά από ανεπίλυτο τραύμα ή απώλεια) και ως ενήλικας. Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν χαρακτηριστικά που ανήκουν σε περισσότερες από μία κατηγορίες. Η γνώση αυτή βοηθά στην εμβάθυνση της αυτό-κατανόησής μας, η οποία βοηθά τα παιδιά μας να οικοδομήσουν ασφαλείς συναισθηματικούς δεσμούς, με ευέλικτο και υποστηρικτικό τρόπο. Επίσης με θεραπεία ο τρόπος που συνδεόμαστε με τους άλλους και άρα ο τύπος δεσμού στον οποίο εμπίπτουν οι άνθρωποι μπορεί να αλλάξει. Ας δούμε αυτές τις κατηγορίες λίγο πιο αναλυτικά.
Ασφαλής Δεσμός
Ένας αυτόνομος, αδέσμευτός νους που αντιμετωπίζει με σεβασμό τη συναισθηματική σύνδεση, απαντάται συνήθως σε ενηλίκους που έχουν παιδιά συνδεδεμένα με συναισθηματική ασφάλεια. Μία συνεκτική αφήγηση αποκαλύπτει ότι το συγκεκριμένο άτομο έχει κατανοήσει πλήρως και ενσωματώσει συμφιλιωτικά όλα όσα συνέβησαν στην διάρκεια της ζωής του. Είχαν και οι ίδιοι ασφαλής δεσμούς με ανθρώπους του περιβάλλοντός τους κατά την παιδική ηλικία.
Απορριπτικός Ενήλικος Συναισθηματικός Δεσμός
Σε ενηλίκους που βίωσαν συναισθηματική έρημο ή απόρριψη από τους γονείς τους συχνά παρατηρείται μία αποστασιοποιημένη στάση απέναντι στην συναισθηματική σύνδεση. Υπάρχει ευαισθησία, με την έννοια της έλλειψης ανεκτικότητας, στα σήματα που εκπέμπει το παιδί. Οι αφηγήσεις τους αντανακλούν αυτή την συναισθηματική ξηρασία, και συχνά επιμένουν ότι δεν θυμούνται τίποτα από την παιδική τους ηλικία. Ενδεχομένως λειτουργούν κυρίως με βάση την λογική παρά το συναίσθημα, ειδικά όταν βρίσκονται σε αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους. Εξακολουθούν να εκτιμούν την παρουσία των άλλων αλλά τηρούν μία περισσότερο αποστασιοποιημένη και απόμακρη στάση απέναντι στον συναισθηματικό δεσμό και την οικειότητα. Όταν περιγράφουν τα βιώματά τους δεν εμπεριέχεται αυτοβιογραφική προσωπικά βιωμένη έννοια του εαυτού μέσα στο χρόνο. Για παράδειγμα «Μας έμαθαν το καλό από το κακό και είχαμε σωστή διαπαιδαγώγηση για να πετύχουμε στην ζωή μας» σε αντίθεση με: «Η μαμά προσπαθούσε να μου μάθει να διακρίνω το καλό από το κακό αν και προσωπικά δεν την άκουγα πάντα, γεγονός που συχνά την έκανε να μου βάζει τις φωνές».
Ανήσυχος ή Μπερδεμένος Ενήλικος Συναισθηματικός Δεσμός
Πρόκειται για ενήλικες που έχουν βιώσει τον κηδεμόνα τους ως ευκαιριακά διαθέσιμο, αλλά με τρόπο ασυνεπή και απρόβλεπτο. Βιώνουν μία ανήσυχη στάση απέναντί στον συναισθηματικό δεσμό, με άγχος, αβεβαιότητα και αμφιθυμία. Οι ίδιοι δυσκολεύονται να λάβουν και να ερμηνεύσουν τα σήματα των παιδιών τους, να ερμηνεύσουν αξιόπιστα τις ανάγκες τους. Τα παιδιά τους συνδέονται μαζί τους με αμφιθυμικούς (αβέβαιους) δεσμούς. Οι γονείς δυσκολεύονται να εμπιστευτούν τους άλλους, ανεπίλυτα ζητήματα του παρελθόντος εξακολουθούν να έρχονται στο παρόν και να εκτροχιάζουν την ροή της αφήγησής τους όταν μιλάνε για την παιδική τους ηλικία. Για παράδειγμα: “Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε η μητέρα μου έκρινε ότι παραήμουν σκληρός με το γιο μου. Ποτέ δεν της έχω πει το ίδιο για τους μεγαλύτερους αδερφούς μου όταν είμασταν παιδιά. Τους άφηνε να με βασανίζουν αλύπητα. Αλλά εμένα δε με νοιάζει τώρα, δε με ενοχλεί πια». Η αρχική προσήλωση στο παρελθόν συγχέεται με τη συζήτηση που έγινε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, και έπειτα επιστρέφει πάλι στην παιδική του ηλικία, για να καταλήξει ξανά στις τωρινές ανησυχίες του. Τέτοιες ανεπίλυτες εμπειρίες μπορούν να επηρεάσουν την ικανότητά του να δημιουργήσει στενή σχέση με τα παιδιά του. Για παράδειγμα, αν νιώσει ότι η προσπάθεια του γιου του να προσελκύσει την προσοχή της γυναίκας του, θέτει τον ίδιο στο περιθώριο, μπορεί να πλημμυριστεί από μία αίσθηση αδικίας, όπως βίωνε και στο παρελθόν την εύνοια που έδειχνε η μητέρα του στους δύο μεγάλους του αδερφούς.
Αποδιοργανωμένος Ενήλικος Συναισθηματικός Δεσμός (από ανεπίλυτο τραύμα ή απώλεια)
Γονείς με ανεπίλυτα τραύματα επίσης εμφανίζουν απότομες αλλαγές στην ψυχική τους διάθεση, που συνταράσουν και αποδιοργανώνουν τα παιδιά τους. Ένα παράδειγμα είναι ένα ξαφνικό μπλακάουτ του γονιού, μπροστά στην θέα ενός ταλαιπωρημένου παιδιού, ή την απειλητική οργή του, μπροστά σε ένα παιδί που τρέχει πάνω-κάτω στο διάδρομο τραγουδώντας «πολύ δυνατά», ή την άσκηση σωματικής βίας, όταν το παιδί επιμένει να ακούσει άλλο ένα και άλλο ένα ακόμα παραμύθι, πριν πάει για ύπνο. Οι διαθέσεις και τα συναισθήματα μπορεί να αλλάξουν απότομα, χωρίς προειδοποίηση. Όταν μιλάει για την παιδική του ηλικία μπορεί να νιώσει ξαφνικά «εκτός τόπου», ενώ μιλάει για κάποιο ψυχικό τραύμα ή απώλεια. Ένα στιγμιαίο «χάσιμο» μέσα σε μία κατά τα άλλα συγκροτημένη ιστορία. Ένα παιδί που μαθαίνει να σχετίζεται με αποδιοργανωμένο τρόπο, μπορεί να βυθιστεί στο χάος που είναι η παρακαταθήκη του χαοτικού παρελθόντος του γονιού του. Για παράδειγμα, ένα παιδί που έρχεται αντιμέτωπο με τις απότομες αλλαγές στην έκφραση της μητέρας, όπου κάθε φορά που αυτή θύμωνε ή στεναχωριόταν υπερβολικά, το παιδί αφομοιώνει ασυνείδητα τις συμπεριφορές της μητέρας και μπορεί να αναπαράγει αυτά τα έντονα συναισθήματα ή συμπεριφορές στο μέλλον, ενδεχομένως όχι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Το παιδί λόγω της δικής του ενσυναίσθησης αλλά και λόγω της δικής του «φρίκης χωρίς λύση» που βιώνει, εσωτερικεύει το χάος αυτό. Η απουσία εξεύρεσης λύσης σε παρελθόντα προβλήματα γίνεται φανερή όταν το άτομο αδυνατεί να δείξει οποιασδήποτε ευελιξία κάθε φορά που προκύπτουν συνθήκες που αντίστοιχες με εκείνες του τραύματος ή της απώλειας. Η ικανότητα να χρησιμοποιήσουν την λογική και το συναίσθημα συνδυαστικά (αριστερό και δεξί ημισφαίριο) παρεμποδίζεται, γεγονός που τους οδηγεί σε αποδιοργάνωση όταν κάνουν αναδρομή στη ζωή τους και συζητούν ανεπίλυτα ζητήματα (Siegel & Hartzell, 2003).
Αυτό που μπορεί ο καθένας να κάνει είναι να αναλογιστεί με ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό του σε τι συνθήκες μεγάλωσε, τις σχέσεις με τους γονείς και τα αδέρφια ή την ευρύτερη οικογένεια. Πως διέφερε η σχέση με τον πατέρα από ότι με την μητέρα; Νιώσατε ποτέ ότι οι γονείς σας, σας απέρριπταν ή σας απειλούσαν; Με πόση πειθαρχία σας μεγάλωσαν, και πως αυτό σας επηρέασε; Θυμάστε τους πρώτους αποχωρισμούς με τους γονείς σας; Αναγκαστήκατε ποτέ να τους αποχωριστείτε για μεγάλο διάστημα; Υπήρξε σημαντικό για εσάς άτομο το οποίο πέθανε κατά την διάρκεια της παιδικής ηλικίας ή και αργότερα στην ζωή σας; Αν υπάρχουν εμπειρίες που ακόμα τις νιώθετε «ολοζώντανες» και συνεχίζουν να επηρεάζουν την ζωή σας, που επιμένουν να επανέρχονται στα όνειρα ή όχι, π.χ. σαν flashback, καλό θα είναι να δουλέψετε αυτές τις τραυματικές εμπειρίες με θεραπεία τραύματος όπως το EMDR ή άλλες.
Βιβλιογραφία
Siegel, D.M. & Hartzell, M., (2003). Όταν τα παιδιά θα γίνουν… Γονείς, Η Γονεϊκή συμπεριφορά και Πως διαμορφώνεται από τα βιώματα της Πρώιμης Παιδικής Ηλικίας. Βιβλίο Πρώτο. Μετάφραση: Χριστίνα Κουτρουμπά, Επ.: Θάνος Γραμμένος. Αθήνα: Εκδ. Θυμάρι.